📖Περίπου 1`
➡Κάποιες φορές δεχόμαστε κάποια μηνύματα…
Χωρίς προειδοποίηση…
Που έρχονται από μιαν άλλη διάσταση που δεν μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους…
Είναι οι στιγμές εκείνες που η ψυχή βαθαίνει, αισθάνεται και στο τέλος υποκλίνεται…
Κάτι τέτοιο βίωσε η Μένια Καραγιάννη και το κατάγραψε για κάποιον λόγο…
Να μεταλαμπαδεύσει φως!
Ή να τονίσει μια λέξη που εξάγεται μέσα από την αφήγηση, τη λέξη Ελευθερία…
(Στη δική μου αντίληψη)…
✍Με την άδεια της μεταφέρω την αφήγηση:
Κάποτε συνάντησα έναν ταξιδιώτη. Περπατούσε μόνος του μέσα σε μια έρημο χωρίς τέλος, κουβαλώντας στους ώμους του μια σκιά…δεν την έβλεπε …την ένιωθε όμως. Κρύωνε κι έκαιγε ταυτόχρονα.
Τον πλησίασα. Ήθελα να του κρατήσω το χέρι. Ήθελα να μάθω πώς είναι να κουβαλάς μια σκιά τόσο βαριά, τόσο παλιά.
Κι όταν είδα στα μάτια του τον κόσμο όπως τον έβλεπε εκείνος, δεν τρόμαξα. Είδα το σκοτάδι του, και το δέχτηκα. Το πήρα σαν δικό μου. Ήθελα να του δώσω ξεκούραση.
Έμεινα κοντά του. Του μίλησα με ήχους που δεν είχαν λέξεις… τον σκέπασα όταν κοιμόταν.
Του χάιδευα τη σκιά του όταν δεν την άντεχε πια. Και λίγο λίγο, άρχισε να αφήνει πίσω του τη σκόνη, να περπατάει πιο ανάλαφρα. Η σκιά του δεν έφυγε, μα άλλαξε σχήμα.
Μα τότε… τότε ήρθε ο άνεμος. Ξαφνικός. Απότομος. Και τον πήρε μακριά.
Έμεινα μόνη στην έρημο. Με τα ίχνη του στα χέρια μου.
Λίγο αργότερα, εμφανίστηκε ένα μικρό λουλούδι εκεί που καθόταν κάποτε.
Ένα λουλούδι που δε με γνώριζε, αλλά έμοιαζε με κομμάτι δικό του.
Ήταν το παιδί του.
Ο κόσμος τού χάρισε ζωή, όχι για να με ξεχάσει, μα για να του θυμίσει.
Να του θυμίσει ποιος ήταν όταν με κοίταξε πρώτη φορά.
Όταν άφησε κάποιον να δει τη σκιά του και να μη φύγει.
Δεν ξέρω αν θα τον ξαναδώ. Μα ξέρω την ψυχή του.
Την είδα γυμνή, εύθραυστη και γεμάτη φως.
Και ξέρω πως όσο κι αν προσπαθήσει να γίνει πέτρα, θα παραμένει νερό.
Γιατί αγάπησα το σκοτάδι του.
Και μέσα απ’ αυτό, έμαθα τι σημαίνει φως.